Κάποιο καλοκαίρι.
Τέσσερις παρά τέταρτο.
Τα τέσσερα ξαδέρφια δεν είχαν ησυχία. Ο παππούς, η γιαγιά και όλο το χωριό κοιμόταν. Έξω έσκαγε ο τζίτζικας.
Αλλά τα τέσσερα ξαδέρφια δεν είχαν ησυχία. Μα πως μπορούν και κοιμούνται; Το καλοκαίρι είναι για να παίζεις, όχι για να κοιμάσαι!
Αποφάσισαν να το «σκάσουν» όπως έλεγαν, όταν είχαν το νου τους στις σκανταλιές. Φόρεσαν το απαραίτητο για τον ήλιο καπελάκι και βγήκαν όσο πιο αθόρυβα μπορούσαν. Ευτυχώς, η πόρτα που έτριξε, δεν τους πρόδωσε. Έξω είχε ησυχία. Αποφάσισαν να πάρουν παγωτά και μετά να ακολουθήσουν το στενάκι που έβγαζε στη λίμνη. Η Σοφία ήταν η μόνη που αντέδρασε. Φοβόταν τα φίδια και γι’ αυτό απέφευγε το καλοκαίρι τα στενά με τα πυκνά χόρτα. Οι άλλοι τρεις όμως δεν έδωσαν σημασία, και τους ακολούθησε…
… Με τα παγωτά στο χέρι, κατηφόρισαν.
Τα τέσσερα παιδιά πάντα απέφευγαν να περάσουν έξω από το σπίτι μιας γριάς που τη νόμιζαν για μάγισσα. Δεν είχαν ακούσει τίποτα γι’ αυτήν, αλλά την είχαν δει κάποιες φορές και ήταν πολύ τρομακτική. Ήταν πάντα ντυμένη στα μαύρα, πάντα φορούσε ένα τεράστιο καπέλο και καθόταν ακίνητη στον κήπο της.
Σίγουρα ήταν μάγισσα! Όταν ζούσε. Γιατί είχε εδώ και λίγα χρόνια πεθάνει.
Η Λίλυ, η πιο σκανταλιάρα, ήταν η πρώτη που το σκέφτηκε.
‘Επιτέλους, πρέπει να περάσουμε έξω από το σπίτι και να δούμε που καταλήγει ο δρόμος!’.
Δε χρειάστηκε πολύ, όλοι συμφώνησαν. Είχαν βρει την περιπέτεια της μέρας!
Η αλήθεια ήταν πως και οι τέσσερις ένιωθαν περίεργα. Φοβόταν, αλλά δεν ήθελε κανείς να το δείξει. Ενστικτωδώς ίσως, και οι τρεις πλησίασαν τον Γιάννη, που ήταν και ο μεγαλύτερος. Έτσι ένιωθαν πιο προστατευμένοι.
Πριν καλά καλά περάσουν δύο λεπτά, είχαν προσπεράσει το σπίτι της μάγισσας χωρίς τίποτα άσχημο να συμβεί.
‘Αυτό ήταν όλο; Σιγά το πράγμα!’
Όλοι όμως ξεφύσηξαν με ανακούφιση!
Ο Γιάννης το άκουσε πρώτος. Κάτι σαν λυγμός. Έκανε νόημα στους άλλους να σιωπήσουν. Ναι, σίγουρα, κάποιος έκλαιγε! Και μάλιστα ο ήχος όλο και δυνάμωνε. Ήταν πολύ κοντά. Σκυμμένοι και οι τέσσερις πλησίασαν έναν θάμνο, προκειμένου να μη γίνουν αντιληπτοί.
Αυτό που αντίκρισαν τους τρόμαξε…
Ένας μεσήλικας άντρας χώριζε τα πέντε νεογέννητα σκυλάκια από τη μάνα τους. Ώστε, δεν ήταν άνθρωπος αυτός που έκλαιγε, ήταν ένα σκυλί!
Όλοι γύρισαν και κοίταξαν τον Γιάννη. Ήξεραν ότι είχε φοβερή αδυναμία σ’ αυτά τα τετράποδα.
Αυτό που ακολούθησε όμως, ήταν ακόμη πιο σοκαριστικό.
Ο άντρας με τα σκληρά χαρακτηριστικά χωρίς ίχνος ανθρωπιάς, με ένα μαχαίρι σκότωσε τη μητέρα.
Τώρα, ξεψυχούσε μέσα σε μια λίμνη αίματος…
Τα τέσσερα παιδιά, με ορθάνοιχτα μάτια, πάγωσαν. Πρώτη φορά στη ζωή τους ένιωθαν τόσο τρομαγμένα!
Πως μπόρεσε αυτός ο άνθρωπος τόσο ψυχρά να κάνει κάτι τέτοιο;
Πριν προλάβουν να σκεφτούν οτιδήποτε, ο άντρας έβαλε σε ένα τσουβάλι τα νεογέννητα κουταβάκια και κατευθύνθηκε προς τη λίμνη.
Ήταν φανερό, ήθελε να τα πνίξει!
Ο Γιάννης έσφιξε τις γροθιές, αλλά ο Νίκος με ένα βλέμμα τον ηρέμησε.
Μα τόση κακία;
Ξαφνικά, η μάνα άρχισε να βγάζει δυνατούς λυγμούς. Ο άντρας πέταξε κάτω το τσουβάλι οργισμένος και πήγε να αποτελειώσει το μισοπεθαμένο ζώο, πριν ακούσει κάποιος τις φωνές.
Τα τέσσερα παιδιά κοιτάχτηκαν · τώρα ήταν η ευκαιρία τους.
Πετάχτηκαν, άρπαξαν το τσουβάλι και άρχισαν να τρέχουν, χωρίς να κοιτάξουν καθόλου πίσω τους. Άκουγαν φωνές, αλλά είχαν ήδη απομακρυνθεί αρκετά από τον άντρα.
Μετά από λίγη ώρα έφτασαν στη κρυψώνα τους.
Ο Γιάννης ήταν ο τελευταίος που συνήλθε. Έπρεπε όμως να συνέλθουν. Τώρα είχαν πέντε μικρά κουταβάκια να προσέξουν!
Άνοιξαν το τσουβάλι με τέτοιο τρόπο ώστε να ζεσταίνει τα κουταβάκια.
Τα τέσσερα ξαδέρφια απέμειναν να τα κοιτάν.
Η παιδική ψυχή τους όμως είχε σημαδευτεί…
11 Comments:
Τον δολοφόνο! Μπράβο! στα παιδάκια...
Ισχύει και αντεστραμένο..
Έχεις την αγάπη μου!
Κάτι μου λέει κι εμένα πως είναι αλήθεια (σε ένα βαθμό τουλάχιστον) και κάτι μου λέει πως αυτή τη Σοφία κάπου την ξέρουμε...
Πολύ όμορφο post.
Ναι,ελπίδα μου, αλήθεια είναι...
@jason
Με κάνεις και κοκκινίζω!...
Ναι, μάλλον αυτή τη Σοφία αρχίζεις να τη γνωρίζεις!
Την καλημέρα μου!
@apousia
Έχεις δίκιο καλή μου...
Giaaaaaaaaaaa
Να περάσεις τέλεια!!!
Σαν να τα έβλεπα ένιωσα..πολύ όμορφο...πολύ κακία όμως..:((
Προβατάκι μου!!!
Και είπα, δε θα ρθεις κι απο δω μια βόλτα!...
Πολύ κακία, έχεις δίκιο.
Φαντάσου πως ένιωσαν τα παιδικά μας μάτια όταν το ζήσαμε...