Δευτέρα, Δεκεμβρίου 18, 2006

Ένα βιβλίο, μια αληθινή ιστορία...

Πρόσφατα κυκλοφόρησε ένα βιβλίο, με τίτλο: Πνοή Ζωής, με Άρωμα Θανάτου, της Χαράς Αυγερινού, από τις εκδόσεις Μελίχρυσος.

«Ασυμβίβαστη, γεμάτη όνειρα η Χαρά, η νεαρή ηρωίδα του βιβλίου, ψάχνει τον τρόπο να ανανεώνει συνεχώς τις συγκινήσεις που της προσφέρει η ζωή. Δε θα αργήσει να απογειωθεί στα ονειρικά μονοπάτια των ναρκωτικών. Όταν όμως η πτήση τελειώνει, η πτώση είναι αναπόφευκτη. Περιθώριο, φυλακή, ψυχιατρείο. Μία κατάδυση μέχρι τα όρια του θανάτου. Εκεί, που όλα μηδενίζονται. Τελειώνουν ή ξεκινούν με νέα ώθηση προς τη ζωή.»


Η Χαρά Αυγερινού, υπήρξε μία από τις πρώτες γυναίκες στην Ελλάδα που φυλακίστηκε για κατοχή και χρήση ναρκωτικών ουσιών. Η προσωπική της διαπόμπευση από τα τότε Μ.Μ.Ε. για παραδειγματισμό, με δικαστική μάλιστα απόφαση, θα μπορούσε να λυγίσει μια νεαρή κοπέλα, οδηγώντας την σε αδιέξοδους δρόμους, που συνήθως δεν έχουν επιστροφή. Όχι όμως τη Χαρά. Ολοκλήρωσε με επιτυχία το πρόγραμμα υποκατάστασης με μεθαδόνη του ΟΚΑΝΑ και σήμερα, είναι το πρώτο άτομο (πρώην μέλος του), που στα πλαίσια του συγκεκριμένου οργανισμού, παρέχει στήριξη σε νέους, που προσπαθούν να ξεφύγουν από τη μάστιγα του αιώνα.


Την γυναίκα αυτή, τυχαίνει να τη γνωρίζω.
Τη γνώρισα ένα βράδυ, σε ένα ουζερί της Θεσσαλονίκης. (Και να φανταστείς ότι είμαστε από διπλανά χωριά!)
Στο πρόσωπο της είναι χαραγμένες οι εμπειρίες της. Μόλις τη δεις, καταλαβαίνεις ότι έχει περάσει πολλά. Δεν μπορείς να φανταστείς πόσα! Σημάδια στο κορμί της θα την συντροφεύουν για πάντα, να της θυμίζουν τον πόνο…
Αυτό που με εντυπωσίασε όμως πραγματικά, ήταν η λάμψη στα μάτια της!
Ναι, πέρασα όσα πέρασα, πήγα στην κόλαση και γύρισα, και τώρα αφήστε με να ζήσω! Δικαιούμαι να ζήσω! Φώναζαν…

Αυτή η γυναίκα, είναι μια ζωντανή απόδειξη, του πόσο δυνατή μπορεί να είναι η θέληση, η όρεξη για ζωή…

Αν, τώρα στις γιορτές, θέλετε να κάνετε ένα δώρο σε κάποιον, σε έναν έφηβο, σε κάποιον που έχει χάσει την εμπιστοσύνη στον εαυτό του και την αυτοπεποίθηση του, ή στον εαυτό σας, πάρτε αυτό το βιβλίο.
Πιστέψτε με, δε θα χάσετε…
 
posted by cindaki at 9:56 π.μ., | 10 comments
Δευτέρα, Δεκεμβρίου 11, 2006

Βράδυ Χριστουγέννων...

Βράδυ Χριστουγέννων!
Η παρέα στο μπαράκι διασκεδάζει.
Ή τουλάχιστον φαίνεται πως διασκεδάζει.
Κρυμμένα μυστικά όμως και απωθημένα, πλανιούνται στον αέρα…
Ανεκπλήρωτοι έρωτες, πληγωμένοι εγωισμοί, τσακισμένες ωραιοπάθειες κρύβονται κάτω από χαμόγελα και μάτια βαμμένα.

Σφηνάκια.
Κι άλλα σφηνάκια.
Προσπαθούν να χαλαρώσουν το μυαλό.
Δυο κορμιά στριμώχνονται σε μια γωνιά, τρέχουν να κερδίσουν το χαμένο χρόνο. Το χρόνο που δεν είχαν ποτέ τους…

Βλέμματα πρώην εραστών συναντιούνται. Προσπαθούν να ξυπνήσουν μνήμες, να πληγώσουν και να πληγωθούν.
Το δυνατό γέλιο κρύβει το σιγανό κλάμα.
Κι άλλο ποτό.
Ίσως έτσι σβήσει αυτήν η δίψα, που όλο και φουντώνει…

Βράδυ Χριστουγέννων…
Το ίδιο σκηνικό, όπως τότε!
Μόνο που τώρα υπάρχει μοναξιά.


Δύο γυναίκες φεύγουν.
Αμίλητες, αλλά η μια ξέρει τι κρύβει η άλλη στη ψυχή της.
Το χιόνι απάτητο…
Η μεγάλη πλατεία είναι κατάλευκη, το κρύο έχει μουδιάσει τα σώματα.
Οι δύο γυναίκες κοιτάζουν συγχρόνως τον ουρανό. Οι νιφάδες πέφτουν πάνω τους ασταμάτητα, ασπρίζουν τους ώμους, δακρύζουν τα μάτια. Οι λάμπες έχουν τυλιχτεί με ένα πέπλο απαλού φωτός.

Τοπίο μαγικό!
Ο χρόνος σταμάτησε εκείνο το βράδυ,
Το βράδυ των Χριστουγέννων!
 
posted by cindaki at 8:37 μ.μ., | 21 comments
Πέμπτη, Δεκεμβρίου 07, 2006

Όνειρο?...

Άνοιξε τα μάτια. Δεν μπορεί να ξημέρωσε κιόλας, σκέφτηκε…
Μόλις πριν λίγο με πήρε ο ύπνος…
Ένιωθε πολύ κουρασμένος, είχε ανάγκη από ξεκούραση.
Δεν είχε τα περιθώρια όμως. Έπρεπε να πάει στη δουλειά. Τόσα στόματα είχε να θρέψει.
Ένα παράξενο συναίσθημα όμως…
Κάτι ήταν διαφορετικό αυτό το πρωινό.
Σηκώθηκε να φτιάξει καφέ. Η μικρή καλυβούλα είχε φωτιστεί από τον ήλιο και την ζέστανε!
Βγήκε έξω με το φλιτζάνι στο χέρι, να απολαύσει την ανατολή! Πήρε βαθιά ανάσα και ένιωσε ευτυχία!
Μια ευτυχία, που όλα τα πλούτη του κόσμου δεν μπορούν να την προσφέρουν!
Τι κι αν ήταν φτωχός;
Αυτή τη θέα πάνω στο ύψωμα, με όλη την πόλη στα πόδια του, δεν μπορούσε να του τη στερήσει κανείς.

Μπήκε μέσα, όταν άκουσε τα παιδιά του να τσακώνονται.
-Μη φωνάζετε, ακόμα δεν ξυπνήσατε, είπε.
-Έλα μικρή μου Τζέην, άσε ήσυχο τον αδερφό σου. Κι εσύ Τζόναθαν, είναι μικρή, δεν καταλαβαίνει.
-Πηγαίνετε να πλυθείτε.
Τα παιδιά πήγαν στο δεύτερο δωματιάκι της καλυβούλας.
Μα γιατί ένιωθε έτσι;

Εκείνη την ώρα χτύπησε η πόρτα. Ήταν ο φίλος του. Κάθε πρωί περνούσε για να πάνε μαζί στην οικοδομή.
-Έλα, θες καφέ;
-Ναι, βάλε λίγο.
-Πως είσαι;
-Καλά, αλλά νιώθω παράξενα σήμερα. Κάτι, που δεν μπορώ να το προσδιορίσω…
-Μήπως θες να κάνεις κοπάνα από τη δουλειά;
-Όχι, αλήθεια σου λέω!
-Καλά, καλά. Ο καφές που λέγαμε;

Κατευθύνθηκε προς το κουζινάκι και τότε πέρασε μπροστά από τον καθρέφτη.
Αντίκρισε τον εαυτό του…

-Άκουσες; Πανικός έγινε κάτω στην πόλη! Ληστέψανε την μεγαλύτερη τράπεζα! Πολλά εκατομμύρια δολάρια σου λέω!

Η φωνή, λες και ακουγόταν από χιλιόμετρα μακριά.
Το είδωλό του!
Ποιος ήταν αυτός στον καθρέφτη; Δεν μπορεί, δε γίνεται!
Κοίταξε τα χέρια του! Όλα φαινόταν ανεξήγητα φυσιολογικά, αλλά κάτι, κάτι ήταν λάθος, το ένιωθε!

Η φωνή πλησίαζε τώρα.
-Σοφάκι, Σοφάκι μωρό μου, ξύπνα! Είσαι καλά;
Η Σοφία άνοιξε τα μάτια της. Ήταν απίστευτο!
Αυτό το όνειρο ήταν τόσο ζωντανό!
-Μωρό μου, είσαι καλά;
-Είδα ένα όνειρο…
-Εφιάλτης;
-Όχι, όχι, δεν ήταν εφιάλτης…
Απλά, ήμουν ένας μαύρος εργάτης στην Νέα Υόρκη…
 
posted by cindaki at 2:41 μ.μ., | 8 comments